Του Νίκου Βουδούρη
Δεν μπορώ σε τάξη να βάλω τις σκέψεις μου κι ο νους μου όλο τρέχει.
Σαν στέκεσαι απέναντι, όλα φαίνονται όμορφα και συ τα διαφεντεύεις.
Νιώθω αδύναμος μπροστά σου και κόμπος στο λαιμό με κάνει να σωπαίνω.
Μα σαν ο γλυκός μου πειρασμός όλο μου ψιθυρίζεις και με φωνάζεις.
Των ματιών σου οι σειρήνες με καλούν και ας είμαι δεμένος στο κατάρτι.
Δεν είναι η πρώτη φορά που την ηρεμία μου ταράζεις και μούσα γίνεσαι.
Γλυκέ μου πειρασμέ μη σταματάς να με κοιτάς με τ’ ανοιχτόχρωμο το βλέμμα.
Τα μάτια σου χαμηλά και το σώμα σου σε στάση ταπείνωσης και προσευχής
Μα η αύρα σου τόσο δυνατή, απόκοσμη, που δεν μπορεί τίποτα να την κρύψει
Τα μαλλιά σου σαν ήλιος χρυσαφίζουν, με σμαράγδι μοιάζει το χαμόγελό σου
Γλυκέ μου πειρασμέ, στέκεις και την πνοή μου κόβεις, έστω κι αν δεν το επιδιώκεις.
Ας κλείσουμε τα μάτια κι οι δυό, ας ταξιδέψουμε σε άλλον τόπο μακριά από όλα
Χωρίς τα «πρέπει», τα «όχι» και τα «μη», χωρίς τις έγνοιες, τις σκέψεις, τις ευθύνες.
Και ας ζήσουμε δίχως όρια όσα έχουμε αφήσει μισά να περιμένουν για χρόνια.
Γλυκέ μου πειρασμέ, πιάσε το χέρι μου, νιώσε το χάδι και παραδώσου άνευ όρων...
(Δημοσιεύθηκε στην ψηφιακή εφημερίδα "InVeria" - Κυριακή 14 Απριλίου 2024, φύλλο 102)
0 Σχόλια
Το σχόλιό σας για την ανάρτηση (παρακαλούμε να τηρούνται οι όροι που αναφέρονται στους Όρους Χρήσης της ιστοσελίδας)