Βιβλιοπαρουσίαση: «“Ξεχύθηκε” λοιπόν ο νους μας και ταξίδεψε στα χρόνια της νιότης μας. Με “όχημα” την πένα του Αντρέα, που περιγράφει τόπους, χαρακτήρες και καταστάσεις. Και η περιγραφή του μοναδική. Δεν προσπάθησε να διανθίσει τη γραφή του με όμορφα λόγια, παρά μόνο με ό,τι ακριβώς αισθανόταν.
Ήταν για άλλη μια φορά ο εαυτός του. Με γλώσσα απλή απόθεσε στα χέρια μας όλη τη νιότη μας κι ένα κομμάτι από την ψυχή του. Εξέθεσε τα γεγονότα και περιέγραψε χαρακτήρες με μια παρθένα ματιά, ένα είδος αθωότητας». Τα που έγραψε μεταξύ των άλλων ως επίλογο των 25 κεφαλαίων που καταλαμβάνουν 300 περίπου σελίδες του βιβλίου “Ιστορίες από την Κίσσαμο” του Ανδρέα Μαρολαχάκη, που κυκλοφόρησε πέρυσι, εν μέσω κορωνοϊού, η συμμαθήτρια του συγγραφέα στο Γυμνάσιο Κισσάμου Φρίντα Μαράκη.
«Με μετέφερε πίσω στη μαθητική μας ζωή, σ’ ένα κόσμο που ασήμαντα ή και σημαντικά που ζήσαμε αποτέλεσαν ένα μοναδικό χθες που σήμερα νοσταλγικά αναπολούμε. Ξαναζωντάνεψαν εικόνες, μορφές του χθες που ήταν μισοσβησμένες και αποθηκευμένες στο βάθος του μυαλού μου». Τα που έγραψε μεταξύ των άλλων, προλογίζοντας το ίδιο βιβλίο ο συμμαθητής τους Γιώργος Τσιμπογιάννης. Δικαιωματικά πρώτα σ’ αυτούς ο λόγος!..
«Ο Ανδρέας Μαρολαχάκης γεννήθηκε στη Βέροια όπου τελείωσε το Δημοτικό Σχολείο. Στη συνέχεια έζησε στην Κίσσαμο του Ν. Χανίων, όπου τελείωσε το εξατάξιο Γυμνάσιο Καστελίου. Σπούδασε τουριστικές επιχειρήσεις στο ΤΕΙ Λάρισας. Δούλεψε ως ξενοδοχοϋπάλληλος και ίδρυσε δικές του επιχειρήσεις στον τουρισμό, στην εμπορία και κατασκευή ρούχων, στις εισαγωγές και εξαγωγές ρούχων. Είναι παντρεμένος με δυο παιδιά και ζει από επιλογή σε ορεινό χωριό της Ημαθίας. Αυτό είναι το δεύτερο βιβλίο του. Έχει προηγηθεί το “Ιστορίες στο Κακοσούλι” που κυκλοφόρησε το 2018.
Τα διηγήματα και στα δύο βιβλία αποτελούν προσωπικές αναμνήσεις του από την παιδική το πρώτο και από την εφηβική του ζωή το δεύτερο». Αυτά σύμφωνα με το… “φτερό” του βιβλίου, στα οποία, νιώθω την ανάγκη να συμπληρώσω ότι τον “γνώρισα” στις αρχές της δεκαετίας του 1970 ως μαθητή Γυμνασίου, στο Οικοτροφείο Αρρένων Κισσάμου (όπου ήμουν υπεύθυνος για τα παιδιά της Τεχνικής Σχολής) επί εποχής Ειρηναίου Γαλανάκη (αναφέρεται ονομαστικά σ’ εμένα στο διήγημά του “Η γιορτή των Χριστουγέννων στο Οικοτροφείο”) και ότι τον ξαναείδα πρόπερσι (14 Μαΐου 2018) στη Βέροια, στην εκδήλωση που διοργάνωσαν για την ποίησή μου το “Εκκοκκιστήριο Ιδεών” και ο Σύλλογος Κρητών Ημαθίας, στην οποία βοήθησε τα “μάλα”.
Ο Ανδρέας ήταν “μοναδικός” ως έφηβος, είναι “μοναδικός” και ως συγγραφέας… Μια απ’ τις πολλές φράσεις που σημείωσα στο περιθώριο του βιβλίου, ενώ διάβαζα “απνευστί” με το μολυβάκι πάντα στο χέρι, τις Ιστορίες του. Κι αμέσως μετά: «Και γιατί ξέρει να χρησιμοποιεί συγκινησιακά τη γλώσσα σε βαθμό υπέρτατο». Ήταν στο τέλος του διηγήματος “Πσιπσής”, το οποίο παραθέτω και σαν δείγμα γραφής: «Η ανίατη αρρώστια του ήταν σε προχωρημένο στάδιο. Συνέχιζα να τον επισκέπτομαι κάθε απόγευμα για όλες τις μέρες που ήμουν στην Κρήτη, μέχρι που μια μέρα η Ελευθερία, η γυναίκα του, μου είπε πως δεν ήθελε να με δει. Έμεινα για λίγα λεπτά άφωνος, δεν πίστευα σ’ αυτό που άκουγα. Μέχρι που κατάλαβα πως δεν ήταν ότι αυτός δεν ήθελε να με δει, αλλά απλά δεν ήθελε να τον βλέπω εγώ στην κατάσταση που ήταν. Οι γονείς, οι συγγενείς κι οι καθηγητές τον φώναζαν Μανώλη. Τα “λουλούδια” της παρέας μας κι εγώ τον φωνάζαμε “ΠΣΙΠΣΗ”! Υ.Γ.: Όλοι οι φίλοι μου, έγραφαν το όνομά του ως Ψιψής! Σ’ ένα σημείωμα που μου έστειλε κάποτε υπέγραψε ως ΠΣΙΠΣΗΣ κι από τότε το υιοθέτησα κι εγώ!» Να το μαρολαχάκειο ύφος που είναι αντανάκλαση του μαρολαχάκειου ήθους… Στη μνήμη των συμμαθητών μας που “έφυγαν” και στη μνήμη της μητέρας του Ελευθερίας, αφιερωμένο το βιβλίο…
Ένα βιβλίο γραμμένο με νοσταλγία και χιούμορ που ανασταίνει μια ολόκληρη εποχή σε μια ορισμένη περιοχή και όχι μόνο, με πρωταγωνιστή τον έφηβο άνεμό της, είναι σε… τελευταία ανάλυση οι “Ιστορίες από την Κίσσαμο”, του Μαρολαχάκη. Ένα βιβλίο που διαβάζεται «κομμάτι – κομμάτι», σαν ξεχωριστά διηγήματα μα και συνολικά σαν μυθιστόρημα, με αρχή, μέση και τέλος και πρωταγωνιστή πάντα τον ίδιο έφηβο άνεμο. «Καμιά φάση της ζωής μας δεν μπορεί να συγκριθεί με την εφηβεία». Συμφωνώ μαζί σου, όπως το γράφεις στην αρχή της ιστορίας «Εκδρομές σε Νωπήγεια, Φαλάσαρνα», Ανδρέα. Τα παιδικά και τα εφηβικά μας χρόνια, έτσι όπως εσύ τόσο παραστατικά και αληθινά τα έχεις περιγράψει στα δυο μέχρι τώρα βιβλία σου είναι ο ορισμός της πατρίδας. Τι καλά να έμπαιναν και τα δυο βιβλία σου τα σχολεία μας, σαν ελεύθερα αναγνώσματα!
Τι καλά, λέω τώρα, να διάβαζες εσύ (λέω τώρα) στα σημερνά “Λυκειόπουλα της Κισάμου” κάποια απ’ τα διηγήματά σου και να κουβεντιάζατε γι’ αυτά!
Δημοσιεύθηκε στα Χανιώτικα νέα (Παρασκευή, 22.1.2021)
0 Σχόλια
Το σχόλιό σας για την ανάρτηση (παρακαλούμε να τηρούνται οι όροι που αναφέρονται στους Όρους Χρήσης της ιστοσελίδας)