ΑΠΟΨΗ: Θα ξεκινήσω με τις γαλλικές εκλογές, γιατί, κατά την άποψή μου, τα όσα συμβαίνουν στη Γαλλία, όσο πουθενά αλλού, συμπυκνώνουν τα διλήμματα της εποχής μας αλλά και ελπίδες της γενιάς μας.
Το πρώτο ζήτημα αφορά τις κοινωνικές επιπτώσεις της τεχνολογικής εξέλιξης. Από τη βιομηχανική επανάσταση, κάθε καινοτομία είχε ως αποτέλεσμα να χάνουν τη δουλειά τους χιλιάδες άνθρωποι, αφού οι δεξιότητές τους περίττευαν. Βέβαια, η εξέλιξη αυτή δημιουργούσε νέες δουλειές και εξασφάλιζε τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου. Ωστόσο σήμερα, η ταχύτητα της εξέλιξης και οι απαιτήσεις είναι τέτοιες, σε σημείο να μην προλαβαίνουμε να εκπαιδεύσουμε το προσωπικό, ώστε να καλυφθούν οι νέες θέσεις εργασίες που δημιουργούνται.
Το δεύτερο ζήτημα αφορά τη σύγχρονη κοινωνική πολιτική, αφού η πιο πιθανή συνέπεια των παραπάνω εξελίξεων, όπου όλο και περισσότεροι άνθρωποι θα έχουν βάσιμους λόγους ότι θα χάσουν τη δουλειά τους, θα είναι η επιστροφή στην εξάρτηση από το κράτος. Το γεγονός αυτό δημιουργεί μια σοβαρή κοινωνική πρόκληση. Όσο οι δημοκρατικές δυνάμεις προσεγγίζουν το ζήτημα με τη λογική ότι όσοι δεν μπορούν να εξασφαλίσουν σταθερή δουλειά είναι ως ένα βαθμό υπεύθυνοι για την κακοτυχία τους τόσο μεγαλύτερος θα είναι ο κίνδυνος για τη σταθερότητα του πολιτικού συστήματος.
Το τρίτο σημείο έχει να κάνει με το αν τα ζητήματα αυτά θα επιλυθούν σε επίπεδο εθνικών κρατών, σε μια Ευρωπαϊκή Ένωση περιορισμένων αρμοδιοτήτων ή πολλών ταχυτήτων, ή αν θα αποτελέσουν αντικείμενο της εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Βρισκόμαστε λοιπόν σε μια εποχή μεγάλης ανασφάλειας η οποία ενισχύεται από τα προσφυγικά ρεύματα και τα φόβο της τρομοκρατίας, ώστε οι πολίτες στρέφουν και πάλι το βλέμμα στα μέσα του κράτους και στους πολιτικούς ηγέτες περιμένοντας προστασία, με αποτέλεσμα κάποιοι να προτρέπουν, ήδη με μεγάλη επιτυχία, τις ανοιχτές κοινωνίες να κλειστούν στον εαυτό τους θυσιάζοντας την ελευθερία για την ασφάλεια. Επομένως, αποτελεί καθήκον των δημοκρατικών δυνάμεων, και κυρίως των προοδευτικών, να σκεφτούμε εκ νέου το ρόλο της κυβερνητικής λειτουργίας, γιατί αν δεν το κάνουμε εμείς, θα το κάνουν άλλοι.
Μπορεί ο Emmanuel Macron να δηλώνει ότι είναι «ούτε αριστερός ούτε δεξιός», ωστόσο ο τρόπος με τον οποίο θα απαντήσει σε αυτά τα διλήμματα θα κρίνει αν όντως αποτελεί την σύγχρονη προοδευτική πρόταση ή αν αποτελεί μία από τα ίδια.
Όσον αφορά την εγχώρια επικαιρότητα, κατά την άποψή μου, η ολοκλήρωση της αξιολόγησης και η εξασφάλιση της χρηματοδότησης σηματοδοτούν –κατά κάποιο τρόπο- την άτυπη έναρξη μιας μακριάς προεκλογικής περιόδου. Μετά την υπερψήφιση νέων επαχθών μέτρων, ο ΣΥΡΙΖΑ θα ξεκινήσει τη μεγάλη αντεπίθεση με στόχο να πετύχει το υψηλότερο δυνατό εκλογικό αποτέλεσμα. Και σε αυτή του την προσπάθεια, είναι δεδομένο ότι θα χρησιμοποιήσει όλα εκείνα τα μέσα που εκτόξευσαν τα ποσοστά του: δημιουργία συγκρουσιακού κλίματος με τους εταίρους, διχαστική ρητορική, σκανδαλολογία και πελατειακές διευθετήσεις στο εσωτερικό. Οι πρόσφατες λαϊκίστικες εξαγγελίες του Πρωθυπουργού για την Παιδεία αποτελούν δείγμα γραφής για ό, τι πρόκειται ν’ ακολουθήσει.
Την ίδια ώρα, ο χώρος της κεντροαριστεράς παραμένει κατακερματισμένος. Η παρούσα Δημοκρατική Συμπαράταξη δείχνει, εδώ και καιρό, να έχει αγγίξει τα όρια της. Όσον αφορά τους υπόλοιπους, Ποτάμι και Ώρα Αποφάσεων, στην παρούσα φάση, προσπαθούν να αξιοποιήσουν επικοινωνιακά το φαινόμενο Macron, για να πείσουν ότι είναι εφικτή η συγκρότηση ενός νέου προοδευτικού φορέα χωρίς τη συμμετοχή της Δημοκρατικής Συμπαράταξης. Ελπίζω να μην είναι αργά όταν θα συνειδητοποιήσουν σε τι οδηγούνται.
Επομένως, το επικείμενο συνέδριο της Δημοκρατικής Συμπαράταξης (30 Ιουνίου - 2 Ιουλίου), υπό προϋποθέσεις, μπορεί να αποδειχτεί χρήσιμο για την ελληνική κοινωνία και να κεντρίσει το ενδιαφέρον των προοδευτικών πολιτών:
Πρώτον, καταλήγοντας σε συγκεκριμένες προτάσεις για τη μετατόπιση του παραγωγικού μοντέλου της χώρας στην παραγωγή καινοτόμων και ποιοτικών προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας, με ταυτόχρονη αναθεώρηση της κοινωνικής πολιτικής στην κατεύθυνση ενός κράτους παροχής δωρεάν και ποιοτικών υπηρεσιών στους πολίτες.
Δεύτερον, ξεκαθαρίζοντας ότι, όσο ο ΣΥΡΙΖΑ παραμένει ο ένας από τους δύο πόλους του πολιτικού μας συστήματος, θα τορπιλίζει την εθνική συνεννόηση. Ως εκ τούτου, μόνο με τη συνολική ήττα και περιθωριοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ σε συνδυασμό με την ενίσχυση της Δημοκρατικής Συμπαράταξης και την ανάδειξή της σε κυρίαρχη δύναμη του πολιτικού συστήματος, είναι εφικτή η εθνική συνεννόηση για την έξοδο από την κρίση και τα μνημόνια.
Τρίτον, υιοθετώντας τις προτάσεις της Δημοκρατικής Αριστεράς για νέο σύμβολο, νέο όργανο και σαφές χρονοδιάγραμμα, εντός του 2017, πρώτα για το ιδρυτικό συνέδριο του νέου φορέα και μετά για την εκλογή ηγεσίας από τη βάση.
Στέργιος Καλπάκης
Μέλος της Κεντρικής Επιτροπής της ΔΗΜΑΡ
*Ομιλία στη συνεδρίαση της Οργανωτικής Επιτροπής Συνεδρίου της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, 14 Μαΐου 2017
0 Σχόλια
Το σχόλιό σας για την ανάρτηση (παρακαλούμε να τηρούνται οι όροι που αναφέρονται στους Όρους Χρήσης της ιστοσελίδας)