ΑΠΟΨΗ: Την πενταετία της κρίσης τα κόμματα του πρώην δικομματισμού δεν ήρθαν σε ουσιαστική ρήξη με το ευρύ δίκτυο διαπλοκής και πελατειακών σχέσεων που οικοδόμησαν.
Η απροθυμία τους για δίκαιες περικοπές δαπανών και μεταρρυθμίσεις εκσυγχρονισμού του κράτους και βιώσιμης ανάπτυξης είχε ως αποτέλεσμα να σηκώσουν το βάρος της προσαρμογής τα πιο αδύναμα κι απροστάτευτα στρώματα της κοινωνίας. Χαμηλόμισθοι και χαμηλοσυνταξιούχοι, στον ιδιωτικό τομέα οι περισσότεροι, οι νέοι και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Πολλές μάλιστα από τις μεταρρυθμίσεις που προτάθηκαν από τους εταίρους και ήταν δίκαιες για τους περισσότερους, όχι όμως απαραίτητα βολικές για τις ομάδες συμφερόντων, είτε δεν ψηφίστηκαν ποτέ, είτε ψηφίστηκαν και δεν εφαρμόστηκαν. Η βαθιά συντηρητική αντιμετώπιση της κρίσης από την ευρωπαϊκή ελίτ, με το δόγμα «στα κέρδη οι ιδιώτες, στις ζημιές τα κράτη» και η πολιτική των κυβερνήσεων της πενταετίας οδήγησε εκατομμύρια πολίτες στην ανεργία, την ανασφάλεια και τη φτώχεια.
Έτσι καλλιεργήθηκε το αίτημα για πολιτική αλλαγή το οποίο στηρίξαμε και πολλοί από εμάς που δεν ανήκουμε στον ΣΥΡΙΖΑ, στο κόμμα δηλαδή που κυριάρχησε πολιτικά σε αυτό το κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον. Το πρώτο όμως εξάμηνο διακυβέρνησής του, έδειξε ότι η κυριαρχία του οφείλεται περισσότερο στην αρνητική διάθεση του κόσμου απέναντι σε αυτό που θεωρείται παλιό πολιτικό σύστημα και όχι σε κάποια ρεαλιστική, προοδευτική πρόταση εξουσίας που ο ίδιος παρουσίασε. Η απουσία τέτοιας πρότασης οφείλεται στο γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε απλά να τεθεί επικεφαλής της αντιμνημονιακής ομάδας στο δίπολο που σχηματίστηκε και όχι να επεξεργαστεί ισοδύναμες, ρεαλιστικές προτάσεις υπέρ των στρωμάτων που θίχτηκαν περισσότερο από την άδικη λιτότητα. Μάλιστα, με τα απλουστευτικά σχήματα «μνημόνιο-αντιμνημόνιο», «νεοφιλελευθερισμός-λαός» όχι μόνο δεν έδωσε απάντηση στα προβλήματα των φτωχών, των ανέργων και των νέων αλλά έκλεισε το μάτι στις πάσης φύσεως συντεχνίες, οι οποίες έκρυψαν τα παρασιτικά τους συμφέροντα πίσω από το δίκαιο αγώνα κατά της λιτότητας.
Αυτά περίπου είναι τα συμφέροντα που σήμερα, μετά την διαπραγματευτική αποτυχία της κυβέρνησης καλλιεργούν την άποψη που λέει ότι «και τίποτα να μην κάνουν, αρκεί που έφυγαν οι προηγούμενοι». Ο ΣΥΡΙΖΑ σε αυτό το εξάμηνο επένδυσε πολλά στην αντιπαράθεση με τους προηγούμενους κι ελάχιστα σε ουσιαστικές αλλαγές υπέρ της ανάπτυξης, της παιδείας και του εκσυγχρονισμού του κράτους. Τα επιχειρήματα της κυβερνητικής εκπροσώπου υπέρ της αλλαγής του εκλογικού νόμου μόνο μετά από εκλογές όπως, «Είναι υποκρισία να μιλάει το ΠΑΣΟΚ για κατάργηση του μπόνους των 50 εδρών», είναι ενδεικτικά της πολιτικής και της επικοινωνιακής τακτικής τους. Από τη μία πλευρά, καμιά ουσιαστική εμβάθυνση της δημοκρατίας κι απ’ την άλλη επιχειρήματα του στυλ «και οι άλλοι δεν το έκαναν». Από τη μια μεριά κατάληψη του κράτους από ημετέρους κι απ’ την άλλη απαντήσεις όπως, «και οι άλλοι τα ίδια έκαναν». Γιατί βγάλαμε άραγε πρώτη φορά την αριστερά, για να κάνει τα ίδια; Σε κάθε περίπτωση, η απάντηση στον παλαιοκομματισμό θα είναι μια άλλη από την κυρίαρχη, αριστερή και μεταρρυθμιστική πρόταση, που θα μετατρέψει τα αγανακτισμένα «όχι» του εθνικολαϊκισμού, στα δημιουργικά «ναι» μιας αναπτυγμένης οικονομίας, μιας σύγχρονης παιδείας και μιας ανοιχτής κοινωνίας.
Στέργιος Καλπάκης
Μέλος της Κ.Ε. της Δημοκρατικής Αριστεράς
0 Σχόλια
Το σχόλιό σας για την ανάρτηση (παρακαλούμε να τηρούνται οι όροι που αναφέρονται στους Όρους Χρήσης της ιστοσελίδας)